MOTD

Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται διότι εκεί υπάρχουσι άνθρωποι διαφωνούντες και έκαστος άλλα θέλοντες. Εν Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το ανάπαλιν. Αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία μεθ’ ης πάντες θέλουσι το αυτό πράγμα: να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου.

Εμμανουήλ Ροΐδης, 1836-1904, Έλληνας συγγραφέας

Παρασκευή 4 Αυγούστου 2017

Έλληνες και Ανθέλληνες

Η θλιβερή αλήθεια είναι πως αυτά που μπορεί να κάνει ένας λαός, όταν οδηγηθεί στην παγίδα του χρέους από τις κυβερνήσεις του, είναι πολύ λίγα – ειδικά όταν το Σύνταγμα επιτρέπει την υφαρπαγή της εξουσίας από κόμματα που δεν διστάζουν να αναλάβουν ψεύτικες δεσμεύσεις, γνωρίζοντας πως κανένας δεν θα τα τιμωρήσει, ενώ είναι αδύνατον να τα ανακαλέσει.

Άρθρο

Στο άρθρο μου «Το όπλο του συμπλέγματος κατωτερότητας», αναφέρθηκα στο θέμα της ελληνικής κρίσης, από μία συγκεκριμένη οπτική γωνία. Ο σκοπός μου δεν ήταν ούτε να λαϊκίσω, ούτε να τεκμηριώσω πως για όλα όσα έχουν συμβεί είναι υπεύθυνοι οι «κακοί ξένοι». Αντίθετα, πιστεύω πως οι βασικοί υπεύθυνοι ήταν δυστυχώς Έλληνες: 

" όπως ο πρωθυπουργός που προκήρυξε πρόωρες εκλογές εν μέσω παγκόσμιας κρίσης, ο επόμενος που έχοντας από ένα χρόνο πριν συνεννοηθεί με το ΔΝΤ έκανε τα πάντα για να απομονωθεί η Ελλάδα από τις αγορές και να χρεοκοπήσει, ο υπουργός οικονομικών του που μεταξύ άλλων αχρήστευσε τη στατιστική υπηρεσία διορίζοντας στη συνέχεια έναν υπάλληλο του ΔΝΤ, ο μετέπειτα που δρομολόγησε το PSI κοκ. 

Ακόμη χειρότερα έχω εκπλαγεί για το ότι κανένας από αυτούς δεν τιμωρήθηκε, συνεχίζουν να εμφανίζονται δημόσια χωρίς καμία ντροπή, ενώ γίνονται ανεκτοί από τους Έλληνες. Ειδικά όσον αφορά τον τότε επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ, τον οποίο επευφημούν εύλογα όλα τα γερμανικά ΜΜΕ, ενώ ο ίδιος κατηγορεί έμμεσα την ελληνική Δικαιοσύνη ισχυριζόμενος πως τιμωρήθηκε επειδή έκανε το καθήκον του και ήταν ειλικρινής, ότι και να πει κανείς είναι λίγο. 

Αρκεί λοιπόν να τονίσει πως η «αλήθεια του» έβλαψε ανεπανόρθωτα την Ελλάδα και ωφέλησε τους ξένους, ότι είναι αδύνατον όλοι οι συνάδελφοί του να είναι ψεύτες, καθώς επίσης πως αποτελεί πάγια τακτική του ΔΝΤ να διογκώνει τα ελλείμματα και να αυξάνει τα χρέη στις χώρες που εισβάλλει – αφού μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί να τις υποτάξει απομονώνοντας τες από τις χρηματαγορές, με απώτερο στόχο την υφαρπαγή της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας τους από τους εντολείς του (ανάλυση). 

Σε όλους όσους ισχυρίζονται δε πως τα στατιστικά του προηγούμενου (2008) καθώς επίσης του επομένου (2010) έτους συμβαδίζουν με το ασυνήθιστα υπέρογκο έλλειμμα του 2009, ειδικά για μία χώρα που δεν βίωσε τραπεζική κρίση και φούσκα ακινήτων, οφείλει να απαντήσει κανείς πως μία ακόμη τακτική του ΔΝΤ είναι να παραποιεί τα πάντα – να γράφει δηλαδή από την αρχή την ιστορία, έτσι ακριβώς όπως το συμφέρει.

Ορισμένοι αναγνώστες βέβαια έχουν διαφορετικές απόψεις από τις δικές μου, οι οποίες όμως δεν συμπεριλαμβάνουν το γεγονός ότι, αυτά που μπορεί να κάνει ένας λαός όταν οδηγηθεί στην παγίδα του χρέους από τις κυβερνήσεις του, είναι πολύ λίγα – ειδικά όταν το Σύνταγμα επιτρέπει την υφαρπαγή της εξουσίας από κόμματα που δεν διστάζουν να αναλάβουν ψεύτικες δεσμεύσεις γνωρίζοντας πως κανένας δεν θα τα τιμωρήσει, ενώ είναι αδύνατον να τα ανακαλέσει (φωτογραφία). 

Επίσης δεν κατανοούν ότι, δεν πρέπει κανείς να ταυτίζει τους λαούς με τις κυβερνήσεις τους ή με εκείνη τη βρώμικη μειοψηφία που καταφέρνει να κινεί τα νήματα, μέσω της διαπλοκής και της διαφθοράς – με τα «κατακάθια» της κοινωνίας δηλαδή που συναντώνται σε πολλές χώρες, οι οποίες τα αντιμετωπίζουν καλύτερα από την Ελλάδα, επειδή διαθέτουν λειτουργικούς Θεσμούς που δυστυχώς ακόμη δεν καταφέραμε εμείς να δημιουργήσουμε στα λίγα προβληματικά και ταραχώδη χρόνια που είμαστε ελεύθεροι. 

Αρνούμαι βέβαια να συμφωνήσω με το ότι, δεν πρέπει να είμαστε υπερήφανοι για τους προγόνους μας (όσοι είμαστε Έλληνες φυσικά γιατί δεν είμαστε όλοι, ενώ οι Έλληνες λεγόμαστε Έλληνες και όχι Ρωμιοί), ή να τους χαρακτηρίσω ως «κάποιους τύπους» που έζησαν πριν από 2.500 χρόνια – γνωρίζοντας πως ο ευρωπαϊκός πολιτισμός στηρίχθηκε εξ ολοκλήρου στους Έλληνες, ότι δεν υπάρχει απολύτως τίποτα που να μην έχουν ανακαλύψει (δεν εννοώ φυσικά την τεχνολογία), πως όλοι οι επόμενοι τους μιμήθηκαν αντλώντας από αυτούς γνώσεις, ενώ δεν φτάνει καν μία ζωή για να μελετήσει κανείς όσα έχουν γράψει. 

Δεν ξεχνάω άλλωστε πως η Ελλάδα είχε τη δεύτερη αυτοκρατορία μετά την Κίνα, η δραχμή ήταν το δεύτερο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα ξανά μετά το κινεζικό (7 υπήρξαν μέχρι σήμερα συνολικά) και η ελληνική γλώσσα ομιλούταν από όλους, όπως η αγγλική σήμερα – ενώ φυσικά θα ήταν ανάλογα υπερήφανοι οι Γάλλοι, οι Άγγλοι ή οι Γερμανοί εάν είχαν τη δική μας ιστορία. Προφανώς πάντως δεν ζητάμε να μας ανταμείψει κανένας για αυτό – αφού ανταμειβόμαστε καθημερινά από την κληρονομιά που μας άφησαν. 

Όσον αφορά το ότι, στη σύγχρονη Ελλάδα δεν έχουν υπάρξει διεθνούς φήμης Έλληνες καλλιτέχνες, ποιητές, επιστήμονες, επιχειρηματίες κλπ. φυσικά διαφωνώ γνωρίζοντας την ύπαρξη του Σεφέρη, του Ελύτη, του Παπανικολάου, του Ωνάση, του Καποδίστρια κοκ. – ενώ είναι ανόητο να υποτιμάμε το ότι, μία χώρα των 11 εκ. ανθρώπων έχει τη νούμερο ένα ναυτιλία στον πλανήτη. Το πρόβλημα μας ήταν και είναι σχεδόν αποκλειστικά και μόνο η πολιτική και γενικότερα οι Θεσμοί – όπως ακριβώς της Κίνας που, όταν κατάφερε να το επιλύσει, δυστυχώς όχι αναίμακτα, μεγαλούργησε (ανάλυση

Ανεξάρτητα όμως από όλα αυτά, θεωρώ σωστό και ωφέλιμο να παρουσιάσω τις δύο απόψεις των αναγνωστών, τις οποίες φυσικά σέβομαι, συμφωνώντας με κάποιες αναφορές ενώ με άλλες όχι – σημειώνοντας πως για χώρες όπως η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Ισπανία κοκ. που δήθεν ξέφυγαν από την κρίση ενώ η Ελλάδα όχι, υπάρχουν πολλά άρθρα στη σελίδα που επεξηγούν τι ακριβώς έχει συμβεί στην καθεμία, οπότε δεν χρειάζονται απαντήσεις. 

Οφείλει δε να ληφθεί υπ’ όψιν η οδυνηρή αλήθεια, με βάση την οποία σήμερα είμαστε 100% εγκλωβισμένοι στο ευρώ – ενώ ταυτόχρονα εντός της Ευρωζώνης, στη σημερινή της γερμανική μορφή, δεν λύνονται τα οικονομικά μας προβλήματα. Πρόκειται λοιπόν για ένα τρομακτικό αδιέξοδο, στο οποίο ασφαλώς δεν μας οδήγησε ο Σόιμπλε, αλλά τα πολιτικά μας κόμματα – ένα αδιέξοδο που ελάχιστοι μπορούν να κατανοήσουν. Οι απόψεις τώρα των αναγνωστών μας είναι οι εξής:

Απόψεις αναγνωστών 

Αναγνώστης Τάσος Κ.: Από τη μία πλευρά συμφωνώ πως σαν λαός υπερβάλλουμε στην αυτοκαταδίκη, αλλά η δική μου ψυχολογική ερμηνεία είναι ότι το κόμπλεξ κατωτερότητας συνυπάρχει με ένα ταυτόχρονο κόμπλεξ ανωτερότητας που οφείλεται σε μια κακώς εννοούμενη «υπερηφάνεια», λόγω των επιτευγμάτων κάποιων τύπων πριν 2.500 χρόνια. Καθώς είμαστε ένας λαός ιστορικός που είχε και καλύτερες στιγμές (αλλά και χειρότερες που τείνουμε να απωθούμε στο συλλογικό υποσυνείδητο), θεωρούμε τα όποια δεινά μη ταιριαστά με το DNA μας – θεωρούμε επομένως τους εαυτούς μας θύματα κάποιων που μας ζηλεύουν λόγω του «μεγαλείου» μας. 

Το χειρότερο είναι η γνωσιακή ασυμφωνία μεταξύ της ριζωμένης πεποίθησης ότι είμαστε άξιοι απόγονοι του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, άρα προοριζόμαστε να κυβερνήσουμε τον κόσμο, καθώς επίσης της σκοτεινής πραγματικότητας που βιώνουμε. Αυτό λύνεται είτε με την αναθεώρηση των πεποιθήσεών μας, είτε με την παράνοια. Εγώ προτιμώ να βλέπω την πραγματικότητα και να την βλέπω όπως είναι: ζοφερή. 

Και για να πούμε την αλήθεια, πάντα τη βιώναμε έτσι, καθώς η Ελλάδα ήταν μια φτωχή χώρα ριγμένη στην άκρη της Ευρώπης και στο μεγαλύτερο κομμάτι της ιστορίας της ήταν προτεκτοράτο κάποιων Μεγάλων Δυνάμεων – κυρίως με τη δική της θέληση, αναγνωρίζοντας την μικρότητά της. Δεν είναι αστείο ότι τον καιρό που σκεφτόμασταν να φύγουμε από τον Σόιμπλε, επιδιώκαμε να δεθούμε στο άρμα του Putin; Το «σύνδρομο του προτεκτοράτου» και του «ανώριμου έθνους» κυλάει στις φλέβες μας μέχρι και σήμερα. 

Η επίπλαστη ευημερία που ήρθε στα χρόνια του ευρώ και των χαμηλών επιτοκίων δεν μας άξιζε εάν το δούμε ιστορικά – επειδή δε κάναμε τίποτα πολύ καλύτερο από ότι είχαμε συνηθίσει να κάνουμε δεκαετίες πριν. Τουλάχιστον δεν μπορέσαμε να ακολουθήσουμε το τραίνο, το οποίο άλλες χώρες κατάφεραν και πήραν, όπως η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Σλοβενία, κλπ. που κάποτε ήταν κάτω από εμάς.

Δεν έχει λοιπόν νόημα να ψάχνουμε την αιτία στην Ευρώπη, στο ευρώ ή όπου αλλού, γιατί τότε προκύπτει το ερώτημα: «οι άλλοι πώς τα κατάφεραν;». Ακόμα χειρότερα: «πώς τα κατάφεραν παρά το ότι είχαν και αυτοί προβλήματα;» Προκύπτει επίσης το επόμενο ερώτημα: «Χωρίς την Ευρώπη, το ευρώ κτλ, θα τα καταφέρναμε καλύτερα;» Η απάντηση είναι ότι τα καταφέρνεις όταν έχεις την ικανότητα να τα καταφέρεις. Όταν κάνεις αυτά που πρέπει, τότε που πρέπει – χωρίς γκρίνια για τις αναποδιές, τους κακούς ξένους, τους λάθος πολλαπλασιαστές ή ότι άλλο, γιατί αυτά θα σου προκύψουν. Αυτή είναι η ζωή! 

Ας σημειώσω ότι η Ελλάδα ίσως δεν υπήρξε ποτέ σε ένα περιβάλλον τόσο φιλικό ή αν θέλετε τόσο λίγο εχθρικό στην ιστορία της. Στο παρελθόν περιτριγυριζόταν από εχθρούς. Στο παρελθόν είχε καταστραφεί μέχρι ισοπέδωσης από πολέμους. Σε κάποιους μάλιστα δεν είχε την παραμικρή ευθύνη. Όμως, αντί να κλαψουρίζουν οι τότε Έλληνες, έκαναν αυτά που μπορούσαν με τις όποιες δυνάμεις τους για να ξαναστήσουν την χώρα από την αρχή. Γι’ αυτό και αντιδρώ όταν βλέπω την γκρίνια για το «τι πάθαμε», «τι μας κάνανε» κλπ. όχι μόνο υπερβολική αλλά και αρνητική για την όποια καλή μελλοντική μας εξέλιξη. 

Η αντίδρασή μου δεν είναι στο αν το μνημόνιο είναι σωστό ή όχι, δεν μπαίνω σε αυτή τη συζήτηση, αλλά στην νοοτροπία να ασχολούμαστε μόνο με το πόσο κακό μας έκανε, ενώ την ίδια στιγμή δεν κάνουμε τίποτα. Είναι δε χαρακτηριστικό το ότι αυτοί που γκρινιάζουν περισσότερο, είναι εκείνοι που έχουν τόσο χαμηλή αυτοεκτίμηση που δεν πιστεύουν ότι θα τα καταφέρουν. Και έχουν δίκιο, γιατί πράγματι είναι «λίγοι». Η ψεύτικη υπερηφάνεια τους είναι υποκατάστατο της έλλειψης ικανότητας και της αρετής. 

Η αλήθεια είναι λοιπόν ότι, δεν είμαστε ούτε οι τελευταίοι αλλά ούτε και τόσο μεγάλοι, όσο νομίζουμε. Θα πρέπει να συμβιβαστούμε με την ιδέα ότι αξίζουμε αυτό που παράγουμε – χωρίς να το περιορίζω μόνο στη παραγωγή προϊόντων αλλά, επίσης, στην παραγωγή πολιτισμού. Δεν νομίζω να πιστεύει κανείς ότι έχουμε αλώσει της αγορές του εξωτερικού, ή ότι οι καλλιτέχνες μας έχουν διεθνή αναγνώριση – εκτός ελαχίστων που έφυγαν στο εξωτερικό. 

Δεν γίναμε ένα μέτριο κράτος τώρα με τα μνημόνια. Όταν συμφιλιωθούμε με τη πραγματικότητα και με τη φύση μας, τα κόμπλεξ ανωτερότητας/κατωτερότητας θα εξαφανιστούν. Θα είμαστε τότε γυμνοί στον καθρέφτη, θα δούμε τις ατέλειές μας και είτε θα πάθουμε κατάθλιψη, είτε θα κάνουμε κάτι για να τις διορθώσουμε. Σε κάθε περίπτωση, θα είμαστε κύριοι της τύχης μας και θα πάψουμε να βλέπουμε τον κόσμο παρανοϊκά. 

Εδώ πρέπει να επισημανθεί οπωσδήποτε η σημαντική διαφορά μεταξύ «Υπερηφάνειας» και «Αυτοεκτίμησης». Η υπερηφάνεια είναι η καταφυγή κάποιου που δεν έχει να επιδείξει κατορθώματα ή αρετή. Προσπαθεί λοιπόν να στηρίξει μια ψεύτικη εικόνα για τον εαυτό του, είτε αναφερόμενος σε ένδοξους προγόνους, είτε συμμετέχοντας ως μέλος της ανώνυμης μάζας σε κινήματα με κάποιον «ιερό σκοπό» που πρεσβεύει ένα (υποτίθεται) καλύτερο μέλλον – για το οποίο όμως δεν κάνει τίποτα πρακτικό για να το επιδιώξει.

Ο υπερήφανος σπαταλάει περισσότερο χρόνο να αποδείξει γιατί η πραγματικότητα δεν συμβαδίζει με την ιδέα που έχει για τον εαυτό του (κυρίως με την επίρριψη ευθυνών σε άλλους, στην τύχη, την κακιά την ώρα, κλπ.), παρά στο να κάνει κάτι δημιουργικό για να βελτιώσει την κατάστασή του. Εκεί εμφανίζεται και ο φανατισμός – το «καταφύγιο» δηλαδή αυτού που δεν έχει επιχειρήματα να υποστηρίξει τις πεποιθήσεις του.

Η υπερηφάνεια είναι ίδιον, χαρακτηριστικό δηλαδή, των αποτυχημένων λαών. Αντίθετα, η αυτοεκτίμηση προκύπτει από τις δημιουργικές δυνάμεις ενός ατόμου ή ενός λαού. Είναι δε πιο δύσκολο να κατακτηθεί, γιατί απαιτεί προσπάθεια και μάλιστα συνεχή. Πρέπει να αποδεικνύεις τον εαυτό σου κάθε μέρα. Δεν είναι ίδιον των μικρών, των ασήμαντων, των ανίδεων, των ανίκανων ή των τεμπέληδων. 

Εν προκειμένω δεν είναι τυχαίο το ότι ο λαϊκισμός, δεξιός ή αριστερός, προσπαθεί να πετύχει το εύκολα – δηλαδή το πρώτο. Καταλήγει λοιπόν να πουλάει «υπερηφάνεια» για να κινήσει τις μάζες, τον όχλο – να τις ενώσει εναντίον ενός συμβολικού εχθρού και όχι να εμπνεύσει τις δημιουργικές δυνατότητες ενός λαού. Κρύβει τα προβλήματά του ή τα αποδίδει σε άλλους για να τον καθησυχάσει. 

Αυτό είναι κυρίως το πρόβλημα της Ελλάδας: ότι μάθαμε να ζούμε σε μια χώρα που όταν κάποιος εντοπίζει τα προβλήματα της, κατηγορείται ότι είναι «εχθρός του Λαού», ο οποίος θέλει να στενοχωρήσει τον δύστυχο! Καλύτερα λοιπόν να πάει για ύπνο πιστεύοντας σε ένα μυθικό μεγαλείο – απλά και μόνο γιατί υπάρχει, απλά και μόνο γιατί η λαϊκιστική εξουσία τον κολακεύει. 

Δεν χρειάζεται καμία προσπάθεια, κανένα σχέδιο. Το δημόσιο μπορεί να παραμείνει ως έχει, παρά το ότι είναι το χειρότερο στην Ευρώπη, η αγροτική παραγωγή μπορεί να συνεχίσει να επιβιώνει από τις επιδοτήσεις απλά για να βγάζει άχρηστο βαμβάκι, οι συντάξεις στα πενήντα μπορούν να συνεχιστούν, η υπογεννητικότητα επίσης, ας μην έχουμε αξιοκρατία, τα πανεπιστήμια ας μην ανταγωνίζονται (επειδή πρόκειται για «κανιβαλισμό», για να θυμηθώ και κάτι πολύ πρόσφατο), κλπ. κλπ. 

Δεν βαριέσαι, σε άλλες χώρες θα βρεις επίσης κάποιο χαλασμένο πεζοδρόμιο, κάποιος ξένος πολιτικός θα προσλάβει τη φιλενάδα του στο γραφείο του, κάποια αλλοδαπή εταιρία θα λαδώσει κάποιους τριτοκοσμικούς για να πουλήσει τα προϊόντα της … παντού έχουν προβλήματα και διαφθορά, τι ασχολούμαστε λοιπόν; 

Εκεί λοιπόν διαφωνούμε: Εγώ λέω, κάτω στους τοτεμικούς συμβολισμούς, στους δήθεν ιερούς σκοπούς, στην ψεύτικη υπερηφάνεια, στα ηθικά πλεονεκτήματα, στις εύκολες λύσεις με ένα νόμο και ένα άρθρο, στα μαγικά νομίσματα που θα φέρουν νομοτελειακά την ευημερία, στις ουτοπίες για έναν κόσμο αγαθό αγγελικά πλασμένο, σε μια Ευρώπη που θα μας πληρώνει λύτρα για τα «φώτα που τους δώσαμε» κοκ.

Ας αποδεχτούμε τον εαυτό μας μέσα στο όποιο συγκεκριμένο περιβάλλον. Αν τότε μας αρέσει έχει καλώς – θα έχουμε συμφιλιωθεί με την πραγματικότητα. Όπως έκαναν οι παππούδες μας, οι οποίοι δούλευαν διπλάσια και απολάμβαναν το ένα τέταρτο από ότι εμείς, παραμένοντας ευτυχισμένοι. Εάν όμως δεν μας αρέσει ο εαυτός μας, όπως ελπίζω να αντιληφθούμε, ας αποφασίσουμε επί τέλους να δούμε τι πρέπει να κάνουμε για να πάμε μπροστά. 

Με όσα εμπόδια και να βρούμε στον δρόμο μας, φτάνει να μην είμαστε εμείς οι ίδιοι που τα βάζουμε. Πάντα θα υπάρχουν εμπόδια, πάντα θα υπάρχει ένας Σόιμπλε, ο οποίος τέλος πάντων δεν είναι και κανένας Μέττερνιχ. Αν δεν μας αρέσει, ας φροντίσουμε να μην τον έχουμε ανάγκη. Ας αναλάβουμε επί τέλους την ευθύνη του μέλλοντός μας. 

Δυστυχώς όμως, ολόκληρο το πολιτικό σύστημα έχει αποτύχει. Έχουμε αποτύχει επίσης εμείς ως άτομα – στη (μη) δημιουργική καθημερινότητά μας, ως ψηφοφόροι και ως πολίτες με έλλειψη κριτικής ικανότητας και «αίσθησης του σκοπού». Δεν μας φταίνε οι «προδότες» λοιπόν. Μόνο αν ψάξουμε μέσα μας να βρούμε τα προβλήματα που πραγματικά υπάρχουν, έχουμε κάποια ελπίδα να τα λύσουμε. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, οι αναλύσεις που βλέπω σε αυτή την ιστοσελίδα είναι ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση.

Αναγνώστης Ιαν: Ας πάρουμε τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Ένας αποτυχημένος πρωθυπουργός είπε σχεδόν στα ίσια ότι είχε γίνει προδότης και ότι πουλήθηκε στους Γερμανούς. Ποιός τον διατήρησε πρωθυπουργό μετά από αυτές τις εκλογές; Και γιατί δεν έγινε λαϊκή απαίτηση το άμεσο ειδικό δικαστήριο για εθνική προδοσία εν όψει των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος; 

Υπάρχει κάτι σάπιο σ’ αυτόν το λαό – πέστε το Τουρκοκρατία, δειλία, βλακεία, παρακμή ή όπως αλλιώς θέλετε. Και σε μια φύση που ευνοεί την επικράτηση του ισχυρότερου, με τι ερείσματα αυτός ο παρακμασμένος λαός, σχεδόν περίγελως της ιστορίας, διεκδικεί το δικαίωμα ύπαρξης; Αν οι Γερμανοί είναι τα καθάρματα της ιστορίας, τότε οι νέο-Έλληνες είναι τα απόβλητά της. Επομένως φυσικά τους αξίζει η εξαφάνισή τους, γιατί δεν έχουν ούτε αρετή ούτε τόλμη αντάξια της ελευθερίας τους. Οι Γερμανοί στόχευσαν τη σωστή χώρα, χτύπησαν τον στόχο και πέτυχαν!

Επίλογος

Έχουν περάσει μόλις 100 χρόνια από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης – ενώ έκτοτε μεσολάβησε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, η μικρασιατική καταστροφή λόγω της προδοσίας της Μ. Βρετανίας, το παγκόσμιο κραχ του 1929, η χρεοκοπία του 1932, ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, ο εμφύλιος, η δικτατορία και η τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Στις ελάχιστες δεκαετίες που ακολούθησαν, προφανώς δεν είχαμε το χρόνο να επιλύσουμε τα σοβαρά εθνικά μας προβλήματα, κυρίως τα θεσμικά – αν και σημειώθηκε μία πολύ μεγάλη πρόοδος. 

Δυστυχώς δε πέσαμε στην παγίδα του χρέους που στήθηκε αριστοτεχνικά από τη Γερμανία σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης – ενώ μετά το 2009 οδηγηθήκαμε στη χρεοκοπία χωρίς να υπάρχει λόγος, από ενδοτικές κυβερνήσεις και άτομα που υπηρετούσαν και υπηρετούν πιστά ξένες δυνάμεις. Τέλος, σήμερα είμαστε εγκλωβισμένοι στο ευρώ, στο χρέος και στα μνημόνια – σε ένα οδυνηρό αδιέξοδο που επισφραγίστηκε από την ερμαφρόδιτη αριστερά, σε συνεργασία με όλα τα άλλα κόμματα που ψήφισαν την τρίτη δανειακή σύμβαση.

Όλα αυτά βέβαια δεν έχουν σκοπό να δικαιολογήσουν τα λάθη μας, να υποτιμήσουν τις μεγάλες δικές μας ευθύνες ή να λαϊκίσουν – αλλά να αναδείξουν την πραγματικότητα στο σωστό της μέγεθος. Σε κάθε περίπτωση δεν βοηθάει καθόλου η θυματοποίηση και η αυτομαστίγωση μας – ειδικά όταν γνωρίζουμε πόσο εύκολα χειραγωγείται ένας λαός στις εκλογές, καθώς επίσης πόσο τρομοκρατείται όταν χάνει μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα όλα όσα έχει πετύχει, εργαζόμενος σκληρά για πολλές δεκαετίες. 

Ολοκληρώνοντας, η Ελλάδα είναι από τις λίγες χώρες που κατάφεραν να επιβιώσουν 4.000 χρόνια, ειδικά με ένα μέγεθος σαν το δικό της. Μπορεί δε σήμερα να επικρατεί μια συλλογική αποχαύνωση, ως αποτέλεσμα της πολιτικής σοκ και δέους που μας επιβλήθηκε, αλλά είμαι σίγουρος πως θα ξεπεραστεί – ενώ τελικά θα βγούμε κερδισμένοι από τη μεγαλύτερη ίσως κρίση στη σύγχρονη ιστορία μας. Στα πλαίσια αυτά οι διαφορετικές απόψεις, όπως αυτές των αναγνωστών μας, συμβάλλουν αναμφίβολα στην αφύπνιση μας – η οποία δεν πρέπει να καθυστερήσει πολύ ακόμη, εάν δεν θέλουμε πράγματι να χάσουμε όλα όσα κατάφεραν να δημιουργήσουν οι πρόγονοι μας.

Ιάκωβος Ιωάννου

Πηγή : http://www.analyst.gr 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου